Για την προέλευση του ονόματος υπάρχουν τρεις εκδοχές.
Στην πρώτη εκδοχή το όνομα οφείλεται στο γεράκι, το γνωστό πτηνό, που πετάει ψηλά στον ουρανό και βλέπει όλο τον κόσμο όπως ακριβώς και το Γεράκι ελέγχει από ψηλά όλη την περιοχή.
Στην δεύτερη εκδοχή το Γεράκι συσχετίζεται με την Ιεριχώ και το όνομα είναι παράφραση Ιεριχώ → Ιεράκιον → Γεράκι και σαν επιπλέον στοιχείο τεκμηρίωσης αναφέρεται η σπάνια τοιχογραφία, στην εκκλησία των Ταξιαρχών, της άλωσης της Ιεριχούς από τον Ιησού του Ναυή.
Στην τρίτη και επικρατέστερη εκδοχή το Γεράκι οφείλει το όνομά του στην αρχαία και μετέπειτα ομώνυμη μεσαιωνική πόλη Γερόνθραι και με την πάροδο των χρόνων το όνομα παραφράστηκε και έγινε Γεράκι.χρόνων το όνομα παραφράστηκε και έγινε Γεράκι.
Προϊστορική εποχή – Μυκηναϊκή εποχή
Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως ευρήματα που αποδεικνύουν ότι η οίκηση στο Γεράκι έχει ξεκινήσει από την Προϊστορική εποχή, δηλαδή πριν 6.000 χρόνια και συνεχίστηκε αδιάλειπτα μέχρι τις μέρες μας.
Κατά την περίοδο της Μυκηναϊκής εποχής (1600-1100 π.Χ.) δημιουργείται πόλη, η οποία πιθανώς να ονομαζόταν Γερόνθραι. Εκείνη την εποχή η ακρόπολη οχυρώνεται από τείχος χτισμένο με πελώριες πέτρες (κυκλώπειο). Το τείχος ήταν πολύ ισχυρό και για μεγάλο χρονικό διάστημα βοήθησε την πόλη να αντισταθεί και να αποκρούσει τις επιθέσεις μέχρι την κατάληψη όλης της επαρχίας από τους Δωριείς και τη δημιουργίας της Σπάρτης.
Από αυτό το τείχος σώζονται πολλά μέρη.Δωρικοί και κλασσικοί χρόνοι
Μετά την κατάκτηση της περιοχής από τους Δωριείς και στη συνέχεια κατά την διάρκεια των κλασικών χρόνων το Γεράκι άκμασε και εξελίχθηκε σε εμπορικό και πολιτικό κέντρο. Σε αυτό συνηγορούν οι επιγραφές και τα ψηφίσματα που βρέθηκαν.
Ακόμη ήρθε στο φως οδικό δίκτυο, γλυπτά, αρχιτεκτονικά μέλη και πλήθος νομισμάτων των κλασικών χρόνων.
Στο έργο του Παυσανία υπάρχουν αναφορές για την ύπαρξη δύο ναών αφιερωμένων στους θεούς Απόλλωνα και Άρη.
Ρωμαϊκοί χρόνοι
Στην διάρκεια των ρωμαϊκών χρόνων η πόλη ανήκε σε μια αυτόνομη συμπολιτεία, το Κοινό των Ελευθερολακώνων, στο οποίο συμμετείχαν διάφορες πόλεις της περιοχής που είχαν αποσπασθεί από την κυριαρχία της Σπάρτης.
Από την εποχή αυτή έχουν βρεθεί επιγραφές και ψηφίσματα και επίσης λείψανα υδραγωγείου και δημοσίων λουτρών.
Αυτά τα χρόνια η πόλη ισχυροποιείται σαν εμπορικό κέντρο και αυτό αποδεικνύεται από αποσπάσματα του διατάγματος του Διοκλητιανού (301 μ.Χ.) στο οποίο οριζόταν το ανώτατο ποσό αγαθών πρώτης ανάγκης.
Βυζαντινοί χρόνοι
Κατά την διάρκεια των βυζαντινών χρόνων η πόλη ακμάζει ακόμη περισσότερο και γι' αυτό αναφέρεται στον κατάλογο Συνέκδημος τον οποίο έχει συντάξει ο βυζαντινός Ιεροκλής και στον οποίο καταγράφονται εξηντατέσσερις επαρχίες και εννιακόσιες δώδεκα πόλεις της Βυζαντινής αυτοκρατορίας του 6ου αιώνα.
Η πρόοδος οφείλεται σε μεγάλο ποσοστό στην συγκέντρωση του πληθυσμού εκεί και στη ιδιαίτερη θέση του, επειδή βρισκόταν στο μέσο της διαδρομής Μυστρά-Μονεμβασίας και μπορούσε να ελέγχει και να εξασφαλίζει την επικοινωνία του Μυστρά με το κέντρο του Βυζαντίου, την Κωνσταντινούπολη.
Αυτή την περίοδο οχυρώθηκε και η ακρόπολη με νέα τείχη εκ των οποίων ορισμένα μέρη σώζονται μέχρι και σήμερα.Φραγκοκρατία
Κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας δόθηκε στον ιππότη Γκυ ντε Νιβελέ ή Νιβηλέ μία μικρή βαρονία στην περιοχή της Τσακωνιάς που στην αρχή είχε το όνομα του ιππότη αλλά στην συνέχεια ονομάστηκε βαρονία Γερακίου επειδή εκεί η οικογένεια του Νιβελέ κατοίκησε στο κάστρο που έκτισε σε λόφο στους πρόποδες του Πάρνωνα κοντά στο χωριό το οποίο στην συνέχεια εξελίχθηκε σε κωμόπολη.
Το κάστρο ήταν σε ιδανική θέση γιατί προσέφερε φυσική οχύρωση, βοηθούσε στον έλεγχο της πεδιάδας και αφού βρίσκεται στο μέσο της διαδρομής Μυστρά-Μονεμβασιάς, μπορούσε να επικοινωνήσει με φωτιές με τα αντίστοιχα κάστρα.
Ενώ στην αρχή ανήκε στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας μετά την μάχη της Πελαγονίας (1262) πέρασε στον έλεγχο του Δεσποτάτου του Μυστρά επειδή δόθηκε στους βυζαντινούς, μαζί με τα κάστρα του Μυστρά και της Μονεμβασιάς για την απελευθέρωση του Γουλιέλμου Βιλεαρδουίνου και των άλλων ιπποτών.
Στην συνέχεια η βαρονία πιστεύεται ότι αγοράστηκε από την Μαρία των Βουρβώνων και κατόπιν από τον Νέριο Ατσαγιόλι.
Στο Χρονικόν του Μορέως (ανώνυμος, 14ος αι.), το οποίο αποτελεί σημαντική πηγή πληροφόρησης για την φεουδαρχική οργάνωση του πριγκιπάτου της Αχαΐας αναφέρεται το κάστρο του Γερακίου:
Ἄλλος πάλε ἀπὸ αὐτοῦ ἔγραφεν στὸ βιβλίον•
μισὶρ Γγιοῦν τὸν ἔλεγαν ντὲ Νιβηλὲ τὸ ἐπίκλην•
ἕξι φίε τοῦ ἐδόθησαν νὰ ἔχῃ εἰς τὴν Τσακωνίαν•
κάστρον ἔχτισεν ἐκεῖ, τὸ ὠνόμασεν Γεράκι.
Άλλος πάλε από αυτού έγραφεν στο βιβλίον•
μισίρ Γγιούν τον έλεγαν ντε Νιβελέ το επίκλην•
έξι φίε του εδόθησαν να έχη εις την Τσακωνίαν•
κάστρον έχτισεν εκεί, το ωνόμασεν Γεράκι.
Ύστεροι βυζαντινοί χρόνοι
Η παρουσία τόσο των Οθωμανών όσο και των Φράγκων στο Γεράκι δεν στάθηκε ικανή για να χάσει η ευρύτερη περιοχή τον βυζαντινό της χαρακτήρα.
Σε αυτό συνηγορεί το πλήθος των αμέτρητων βυζαντινών εκκλησιών (πιστεύεται ότι οι εκκλησίες ήταν όσες και οι μέρες του χρόνου), που υπάρχουν στην περιοχή και ορισμένες από αυτές έχουν κτιστεί νωρίτερα από τις εκκλησίες του Μυστρά.
Μέχρι τις μέρες μας σώζονται, ορισμένες ολόκληρες, περίπου τριάντα εκκλησίες εκ των οποίων οι δέκα είναι μέσα στο μεσαιωνικό κάστρο
Ενδεικτικά αναφέρουμε τους ιερούς ναούς: Αγίου Σώζοντος, Αγίου Αθανασίου, Αγίου Γεωργίου, Προφήτη Ηλία, Αγίου Νικολάου, Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου, Αγίας Παρασκευής, Παναγιάς της Ελεούσας (Ζωοδόχου Πηγής), Θεοφανίων, Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και Ταξιαρχών.
Κατά την ανέγερση ορισμένων εκκλησιών χρησιμοποιήθηκαν και μέρη τα οποία έχουν προέλθει από αρχαίους ναούς, οικοδομήματα και βάθρα αγαλμάτων.
Όλοι οι ναοί ήταν διακοσμημένοι με τοιχογραφίες και αρκετές έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα.
Τουρκοκρατία και απελευθέρωση
Από το 1259 που οι Βυζαντινοί ανακατέλαβαν το Γεράκι αυτό παρέμεινε στην κυριαρχία τους μέχρι το 1460 όπου η υπόλοιπη επαρχία, εκτός από τη Μονεμβασία, περιήλθαν στα χέρια των Τούρκων. Από το 1463 μέχρι το 1467 το Γεράκι περνά στην κατοχή των Βενετών, στη συνέχεια και μέχρι το 1685 περνά στα χέρια Τούρκων, και κατόπιν και για εκατό χρόνια περνάει στα χέρια των Βενετών δηλ. μέχρι το 1785 όπου πέφτει πάλι στα χέρια των Τούρκων μέχρι την απελευθέρωση.
Κατά την διάρκεια της τουρκοκρατίας χτίστηκαν και άλλοι ναοί επιβεβαιώνοντας έτσι την ευσέβεια των κατοίκων στο πέρασμα των αιώνων.
Από το Γεράκι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης απηύθυνε έκκληση στους Σπαρτιάτες για ενεργό συμμετοχή στον αγώνα κατά των Τούρκων ενώ το 1825 έδωσε διάφορες μάχες στην περιοχή για να προλάβουν τα γυναικόπαιδα να διασωθούν και να φτάσουν στο Λεωνίδιο και με βάρκες να αποβιβαστούν σε Ύδρα και Σπέτσες πριν το κάψει ο Ιμπραήμ.
Τα χρόνια μετά την απελευθέρωση
Μετά την απελευθέρωση από την τουρκοκρατία οι κάτοικοι ασχολήθηκαν με τις αγροτικές εργασίες, κάποιες οικογένειες ασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία, και κάποιες άλλες κατόρθωσαν να κάνουν καλλιεργήσιμα τα εδάφη της ευρύτερης περιοχής και έτσι κάλυψαν όχι μόνο τις ανάγκες της οικογένειας με μικρή παραγωγή από όσπρια, πατάτες, λαχανικά, μέλι κ.λπ. αλλά και με πολύ μεγαλύτερες ποσότητες από σιτάρι, κρασί, ελιές και ελαιόλαδο.
Από την αρχή της βασιλείας του Όθωνα είχε καθιερωθεί η «προικοδότηση» (παραχώρηση) σοβαρών εκτάσεων από τις Εθνικές γαίες σε απόμαχους οπλαρχηγούς, ως αναγνώριση των αγώνων τους για την ελευθερία της Ελλάδας από τους Τούρκους.
Ήδη από το 1867 ο ελαιώνας της περιοχής, ο οποίος είχε δημιουργηθεί από παραχωρητήρια του Υπουργείου Οικονομικών, έχει καταχωρηθεί, επίσημα, στα αρχεία του ελληνικού κράτους ως «Εθνικός ελαιώνας Τσιλίων ή Τζιλίων».
Τοπική Παραγωγή
Στην ευρύτερη περιοχή καλλιεργούν εσπεριδοειδή και καρποφόρα δέντρα, η πλειονότητα όμως των κατοίκων του Γερακίου ασχολείται με την καλλιέργεια της ελιάς και παράγει βρώσιμες ελιές και εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο.
Είναι γνωστό σε όλο τον κόσμο πως το ελαιόλαδο της Λακωνίας είναι πάρα πολύ καλό. Σε αυτό βοηθούν τόσο οι εδαφολογικές συνθήκες και το γλυκό και ήπιο κλίμα όσο και η ποικιλία της ελιάς.
Ποταμός Ευρώτας
Ο Ευρώτας είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος ποταμός της Πελοποννήσου, πηγάζει από το οροπέδιο της Μεγαλόπολης, στα σύνορα με τον ν. Λακωνίας, διασχίζει την κοιλάδα που σχηματίζεται ανάμεσα σε Πάρνωνα και Ταΰγετο, εμπλουτίζεται με τα νερά των χειμάρρων των δύο βουνών και εκβάλλει στον Λακωνικό κόλπο σχηματίζοντας δέλτα το οποίο αποτελεί πολύτιμο οικοσύστημα για τον άνθρωπο και τη φύση.
Το δέλτα έχει χαρακτηριστεί ως μία από τις 113 «Σημαντικές περιοχές για τα πουλιά της Ελλάδας» αφού φιλοξενεί σημαντικό αριθμό πουλιών (έχουν καταγραφεί περισσότερα από 240 είδη), πολλά από τα οποία είναι σπάνια και κινδυνεύουν με εξαφάνιση, ενώ οι γύρω περιοχές είναι βιότοποι αναπαραγωγής για την θαλάσσια χελώνα Καρέτα-Καρέτα.
Στον ποταμό διαβιώνουν τα ενδημικά ψάρια Λακωνικός Πελασγός (Pelasgus laconicus) που χαρακτηρίζεται ως εξαιρετικά απειλούμενο, η Καιδική Μενίδα (Squalius keadicus) και η Χρυσή Μενίδα (Τropidophoxinellus spartiaticus).
Εκεί φυτρώνει και το μοναδικό στον κόσμο Λίνο του Φοίτου (Linum phitosianum).
Η ευρύτερη περιοχή, έκτασης 10,632.81 εκταρίων (με κωδικό όνομα ekvoles evrota και SiteCode: GR2540003), έχει ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο NATURA 2000 που είναι ένα δίκτυο ζωνών προστασίας της φύσης το οποίο εκτείνεται σε ολόκληρη την Κοινότητα και έχει ως στόχο να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη διατήρηση των πιο πολύτιμων και των πλέον απειλούμενων ειδών και ενδιαιτημάτων της σε ικανοποιητικό επίπεδο.